περί βινυλίων και άλλων…
Ξημέρωσε η ημέρα και εσύ απλώς πρόλαβες τις συνηθισμένες διαδρομές σου να τις κάνεις ανάμεσα στις ψιχάλες που έπεφταν από τον συννεφιασμένο ουρανό.
Εξυπακούεται. Δεν έκανες βόλτες ανάμεσα στις ψιχάλες.
Δεν χωράς!
Στο ενδιάμεσο των δυο φορών που έβρεξε στη γειτονιά σου, χώρεσες τις δυο υποχρεωτικές πρωινές σου βόλτες.
Πάντως, όπως και να το κάνεις, ωραίο πράγμα να μην είσαι υποχρεωμένος να βρίσκεσαι στο πόδι πριν από συγκεκριμένη ώρα της ημέρας.
Και τι; Σήμερα;
Αν είχες τις περυσινές υποχρεώσεις, σίγουρα θα ξεκινούσες να φωτογραφίζεις το χάραμα και τον πρώτο συρμό του ηλεκτρικού.
Έτσι δεν έκανες και πέρυσι;
Το βιβλίο, που το έψαχνες από βιβλιοπωλείου εις βιβλιοπωλείον και το βρήκες δυο ορόφους κάτω από εκεί που έπινες τον καφέ σου, ενώ έστελνες ερωτήματα καθοδήγησης, το ξεκίνησες ήδη από χτες το βράδυ.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ διαβάζεις στη ράχη,
της Χίλντας Παπαδημητρίου.
ΓΙΑ ΜΙΑ ΧΟΥΦΤΑ ΒΙΝΥΛΙΑ
είναι ο τίτλος του,
και έχει εκδοθεί από τις εκδόσεις
ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ.
Και τώρα τι θα κάνεις; Θα γίνεις και βιβλιοκριτικός; Δεν αφήνεις κανέναν πιο ειδικό; Εσύ για το διάβασμα είσαι· άντε το πολύ πολύ να κάνεις τίποτα περιφερειακές σκέψεις, καθώς γυρίζεις τις σελίδες.
Και πάντως, εξ αρχής, ας το πεις αυτό, πήρες το βιβλίο στα χέρια σου με καλή διάθεση και πρόθεση να είσαι θετικός. Ακόμα και για σημεία που ίσως δεν θα σου άρεσαν.
Να, το για μια χούφτα βινύλια που είναι ο τίτλος, το βρήκες σαν πρόθεση παραπομπής στα ουέστερν σπαγγέτι της δεκαετίας του εξήντα, και σου φάνηκε κάπως περίεργο. Όχι απαραίτητα κακό, αλλά κάπως σαν εύκολο.
Γιατί άραγε να επιλέξει κάτι τέτοιο η συγγραφέας; Αναρωτήθηκες. Κάπως «πιασάρικο» δεν είναι; Σαν να θέλει να σε προκαταλάβει ώστε να είσαι επιεικής μαζί της.
Λες;
Όχι δεν λες! Τελικά είχε δίκιο.
Καλή η επιλογή της.
Το κατάλαβες στο τέλος..
Τις δυο πρώτες σελίδες, τις είχες διαβάσει μέσα στο τραίνο, -χωρίς γυαλιά παρακαλώ-, και δεν είχες νιώσει ότι θα έχεις πρόβλημα στη συνέχεια.
Δεν είχες φανταστεί όμως και πόσο θα σου άρεσε!
Η σημερινή συννεφιασμένη ημέρα, οι δουλειές που δεν σε περιμένανε, ο υπολογιστής που είναι μόνιμα στο διαδίκτυο, ο καφές που έφτιαξες μόνος σου, τα γυαλιά που έχεις πάντα δίπλα στο μηχάνημα, σου δημιούργησαν όλες τις προϋποθέσεις να αρχίσεις το διάβασμα δυναμικά!
Ένα φόνος εξ αρχής, σε είχε προετοιμάσει.
Οι παραπομπές στον κόσμο της ροκ μουσικής με ξεκίνημα το Maxwell’s Silver Hammer, των Beatles, οδήγησαν το χέρι στο youtube και άρχισε το ψάξιμο και η μουσική συνοδεία της μελέτης.
Εντάξει. Μπορεί οι πρωταγωνιστές της ιστορίας να θεωρούν παρακατιανό τον ήχο του mp3, αλλά η ιδέα να διαβάζεις και να δημιουργείς ταυτόχρονα όλον τον κόσμο μέσα στο οποίο εξελίσσεται η ιστορία, δεν είναι καθόλου άσχημη.
Ίσα ίσα που ο ήχος ξυπνάει· και τη φαντασία, και τη μνήμη, και τη γνώση.
Ο φόνος στην αρχή, το είπες, σε είχε προετοιμάσει, όμως δεν σε είχε προετοιμάσει τίποτα για το ότι οι περιγραφές θα ήταν τόσο ζωντανές.
Και τόσο οικείες.
Σ’ αυτό βέβαια βοήθησε και το ότι, όλα όσα συν-τρέχουν, γίνονται εδώ, γύρω σου. Στη δική σου γειτονιά τα περισσότερα.
Δηλαδή στο κέντρο της Αθήνας συμβαίνουν, αλλά έχουν αφετηρίες στις γνωστές σου περιοχές, και, κοίτα σύμπτωση, σχεδόν από όλα τα μέρη που αναφέρονται, έχεις αναμνήσεις. Τα έχεις περπατήσει.
Μπορούσες να ελέγξεις την αλήθεια των εικόνων τους.
Μόνον το Προμύρι δεν ξέρεις πού βρίσκεται, αν και υποψιάζεσαι.
Και τι; Αυτό είναι καλό; Είναι καλό σε μια φανταστική ιστορία να μπορείς να κάνεις χωροχρονικές αντιστοιχίσεις;
Ναι είναι. Είναι καλό. Και σου άρεσε.
Αν πρόκειται να βοηθήσει το κλίμα και τις προθέσεις της αφήγησεις, αυτό είναι πολύ σημαντικό.
Το διάβασμα προχωράει γρήγορα. Οι εικόνες, και τα ακούσματα, βοηθάνε την αφήγηση να γλιστράει και ξετυλίγει το κουβάρι της ιστορίας.
Ενδιαφέρον!
Με τα αστυνομικά μυθιστορήματα δεν έχεις κανένα ιδιαίτερο πάθος. Όχι ότι τα αντιπαθείς, αλλά δεν είναι και από αυτά που σε ξετρελαίνουν. ‘Οχι πια. Μικρός, πολύ μικρός, είχες διαβάσει Μυστήριον και Μάσκα, αλλά μάλλον γιατί ήταν απαγορευμένα!
Το ενδιαφέρον όμως που σημειώνεις, το σημειώνεις γιατί καθώς προχωράς, δεν έχεις καθόλου την αίσθηση ότι αυτό που διαβάζεις είναι ένα τυπικό αστυνομικό μυθιστόρημα, έτσι τουλάχιστον που τα έχεις στο μυαλό σου αυτού το είδους τα αφηγήματα και τα … ψιλοβαριέσαι!
Αντίθετα νιώθεις πως είναι μια εξαιρετική αφήγηση μιας διεισδυτικής ματιάς σε έναν κόσμο υπαρκτό, δυναμικό, στο προσκήνιο αλλά όχι κάτω από το φως των προβολέων, έναν κόσμο που κινείται, αναπνέει, δρα, συλλογίζεται, ερωτεύεται, ονειρεύεται, λιποψυχά, δικτυώνεται, ζει απομονωμένα και κοσμοπολίτικα με την ίδια άνεση..
Ο φόνος και οι ενέργιες για την εξιχνίασή του είναι αφορμή.
Είναι στο πρώτο επίπεδο, αλλά για το φαίνεσθαι.
Το πραγματικό πρώτο επίπεδο είναι η καταγραφή του ψυχισμού των σύγχρονων Ελλήνων· αυτών που μπήκαν δυναμικά στον κόσμο των μεγάλων όταν ήσουν εσύ ήδη μέρος του, -ηλικιακά κι εν δυνάμει έχεις κι εσύ ευθύνες για τον τρόπο που διαμόρφωσαν τον τρόπο ζωής τους- αυτών που έχτισαν τα όνειρά τους και τα είδαν να αρχίζουν να καταρρέουν λίγο πριν χτυπήσει η μεγάλη καμπάνα της σύγχρονης κρίσης.
Και η συγγραφέας κάνει αυτή την καταγραφή με εξαιρετικό τρόπο.
Όχημα για αυτό το μεγάλο ταξίδι, ας μη το παραλείψω, μάλλον ας το επαναλάβω, είναι η μουσική.
Για την ακρίβεια είναι η βαθιά γνώση που έχει η Χίλντα στα της ροκ μουσικής και χωρίς να σε κουράζει ή να σε περνάει από δύσκολες και δύσβατες διαδρομές, σε ταξιδεύει στους δρόμους της αφήγησής της, αβίαστα, έτσι σαν να είσαι μέσα στον ηλεκτρικό ή το μετρό που σε πηγαίνει από στάση σε στάση.
Μόνον που, όπως είναι λογικό, δεν ξέρει ποια θα είναι η επόμενη στάση.
Αργά το βράδυ· σελίδα τρία ογδόντα τρία· διαβάζεις της ευχαριστίες της συγγραφέως προς όσους της συμπαραστάθηκαν.
Έχεις φτάσει στο τέλος του βιβλίου.
Σίγουρα δεν είσαι εσύ ο κατάλληλος να κάνει κριτική βιβλίου.
Υπάρχουν άλλοι.
Εσένα όμως το βιβλίο σού άρεσε.
Πολύ!
Και το καταγράφεις ευχόμενος στη συγγραφέα του να έχει η δουλειά της καλό ταξίδι, καθώς λένε.
20 Μαΐου, 2011 στο 7:35 πμ
η σημαντικότερη των πληροφοριών για εμένα, είναι πως φιάξατε καφέ μόνος σας!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
άιντε και στα φασολάκια, αξιολάτρευτε!!! 🙂 🙂
η δευτέρα σημαντική πληροφορία, είναι πως τελούσατε υπό το κράτος συγκίνησης γράφοντας! ως εκ των λαθών … :Ρ :))
* καλά τα πάτε κι ως κριτικός!
γυμνασθείτε όπως αναλάβετε και το δικό μου… :Ρ :))
καλοτάξιδο το βιβλίο της Χίλντα!!!
καλημέρα σας κι αποχωρώ..
20 Μαΐου, 2011 στο 8:53 πμ
Ευχαριστώ για τις θετικές παρατηρήσεις, αντιπαρέρχομαι (ως καλός κατά βάθος άνθρωπος) τις … κατάρες!! [άκου να φτιάξω και φασολάκια… Τι το κάναμε εδώ; ε; 🙂 ]
Διευκρίνισις:
Τα λάθη, καλό θα ήτα να αποδοθούν εις την συγκίνησιν όμως, φευ, ανήκουν εις άλλη συναισθηματική κατάστασιν. (Λέγε με βιασύνη και βαρεμάρα να το ξαναδιαβάσω. 🙂 )
Κατά τα λοιπά, δια το δικό σας πόνημα -τα δικά σας πονήματα καλύτερον- είμαι πανέτοιμος από καιρό!
(Εκεί τα λάθη θα είναι σίγουρα εκ συγκινήσεως… )
Καλή σας ημέρα
20 Μαΐου, 2011 στο 2:17 μμ
μην Αντώνιο σας λένε ή μήπως Κωνσταντίνο με δεύτερο το Καβάφης;
συγκίνηση ήταν αξιολογότατε!
και το ξέρετε
η βιασύνη έρχεται σαν δικαιολογία να κρύψει την πρώτη
η έξαψη να δώσετε στη δημοσιότητα το καλό που διαβάζατε και να περιποιηθείτε ούτω την φίλη-συγγραφέα, σας παρέσυρε 🙂
καλό μεσημέρι!
20 Μαΐου, 2011 στο 2:26 μμ
Orelia τίποτα από αυτά.
Σωτήριος, ο έχων χάσει το μέτρημα, είναι το όνομά μου.
Τόσο απλά.
Οκ. Αν θέλετε να ήταν συγκίνησις, ας είναι συγκίνησις.
(Με βολεύει κιόλας)
Είναι όντως φίλη η συγγραφέας. ΚΑΙ (!) συν-πανιωνίτισσα!!!!!!!!
Πάντως μην πείτε ότι δεν ομολόγησα την αλήθεια!! 🙂 🙂
Καλό μεσημέρι
22 Μαΐου, 2011 στο 8:29 πμ
ομολογείτε κι ομονοείτε 🙂
22 Μαΐου, 2011 στο 10:35 πμ
Orelia, εμ τι άλλο να κάνω.
Ομολογώ.
Ό,τι νάναι 🙂 🙂
Καλημέρα σας και καλή Κυριακή
24 Μαΐου, 2011 στο 11:27 πμ
Ούτε αν οι ψιχάλες είναι αραιές;;; 😮
😛
24 Μαΐου, 2011 στο 11:49 πμ
Darthiir μόνον αν πίπτουν με ρυθμό μια ανά ώρα 🙂
4 Ιουνίου, 2011 στο 8:36 μμ
[…] Κριτική του Σωτήρη Κανελλόπουλου […]
9 Ιουνίου, 2011 στο 6:49 μμ
Ε καλά, μη το πούμε και κριτική.
Μερικές σκέψεις έγραψα που όμως τις πιστεύω…